Δευτέρα 3 Μαΐου 2010

Χάρλεμ στην καρδιά της Αθήνας...


Στην καρδιά της Αθήνας, στην Κυψέλη, που κάποτε εθεωρείτο το δεύτερο Κολωνάκι, τίποτα δεν θυμίζει τις παλιές εποχές, τότε που η αριστοκρατία έπινε το καφεδάκι της στη Φωκίωνος Νέγρη και παινευόταν για τα διαμερίσματά της στη γύρω περιοχή. Με το πέρασμα των χρόνων, οι Ελληνες κάτοικοι όλο και λιγοστεύουν και τη θέση τους παίρνουν κυρίως Αφρικανοί μετανάστες, που κυνηγάνε το όνειρο και καλύτερες συνθήκες διαβίωσης στη χώρα μας. Κομμώτριες με εξειδίκευση στα ιδιαίτερα δύσκολα χτενίσματα για μαλλιά άφρο, εργάτες, μηχανικοί και άνθρωποι κάθε επαγγέλματος έχουν φτιάξει τη δική τους μικρή κοινωνία στο κέντρο της Αθήνας...

Μια βόλτα είναι αρκετή για να διαπιστώσει κανείς πως λίγο πιο πάνω από την πλατεία Κολιάτσου Νιγηριανοί, Σομαλοί και μετανάστες από τη Σιέρα Λεόνε, την Γκάνα και την Κένυα έχουν φτιάξει ένα άλλο Χάρλεμ κάτω από τον αττικό ουρανό. Τα διαμερίσματα στις γύρω πολυκατοικίες τα νοικιάζουν πια οικογένειες μεταναστών, οι οποίοι είτε καταφέρνουν να ανοίξουν ένα δικό τους μαγαζάκι είτε δουλεύουν σαν εργάτες και υπάλληλοι. Την ημέρα η γειτονιά είναι σχετικά ήσυχη. Σαν σουρουπώσει όμως οι δρόμοι και τα στενά γύρω από τη Δροσοπούλου δείχνουν απροσπέλαστα.

Ο Σάιτ είναι από την Κένυα. Ζει στην Αθήνα τα τελευταία τρία χρόνια και δουλεύει περιστασιακά. «Τώρα έχω δουλειά. Είμαι εργάτης στο Πέραμα. Είναι δύσκολα, αλλά τι να κάνουμε» λέει με σπαστά ελληνικά, ενώ χαζεύει στον δρόμο μαζί με την υπόλοιπη παρέα. «Τα απογεύματα μαζευόμαστε εδώ έξω από το μαγαζί του φίλου μου και συζητάμε. Ετσι περνάει η ώρα μας» εξηγεί και δίνει τον λόγο στον Αμπντούλ, ο οποίος αρχικά ήταν διστακτικός. «Εχω αυτό το μαγαζί δύο χρόνια. Εχω και αντρικά και γυναικεία ρούχα. Είναι φτηνά ρούχα. Πέντε με δέκα ευρώ. Οχι παραπάνω» σημειώνει και αφηγείται
τη δική του ιστορία. «Αποφάσισα να φύγω από την Τανζανία και να έρθω εδώ. Εκεί ήταν δύσκολα τα
πράγματα. Εδώ λοιπόν γνώρισα και τη γυναίκα μου. Είναι Ελληνίδα. Παντρευτήκαμε και τώρα έχουμε δύο παιδιά».

Δεν υπάρχουν σχόλια: